Η «οικειωση» ως βαση υπερβασης

Μακαριώτατε,

Αξιότιμη κ. Υπουργέ,

Εξοχότατε Πρέσβη της Ελλάδας,

Αξιότιμοι κ. Βουλευτές,

Αξιότιμε κ. Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης,

Αξιότιμες συναδέλφισσες και συνάδελφοι,

Αξιότιμοι παρευρισκόμενοι,

Είναι με ιδιαίτερη χαρά που αποδέχτηκα την πρόσκληση να συμμεριστώ μαζί σας τις σκέψεις μου γύρω από το ζήτημα της κρίσης των αξιών στον σύγχρονο κόσμο, και την απάντηση, ή τις απαντήσεις, που δύναται να δώσει η Στωική φιλοσοφία. Οι συνάδελφοι που μίλησαν πριν έχουν ήδη δώσει εξαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές μέσω των ομιλιών τους, και ελπίζω και η δική μου ομιλία να προσθέσει ακόμα ένα λιθαράκι προς την ίδια κατεύθυνση.

Το κεντρικό ζήτημα της ημερίδας είναι η κρίση αξιών. Ως φράση στον τίτλο της ημερίδας παραμένει αόριστη. Είναι αρκετά αόριστη ώστε να είναι ανοικτή σε διαφορετικές ερμηνείες ως προς το σε ποιες αξίες ακριβώς αναφερόμαστε, και ως προς το πώς ορίζει ο καθένας, η καθεμιά, την κρίση την οποία περνούν οι επίμαχες ηθικές αξίες.

Καλούμαστε λοιπόν να ανταποκριθούμε σε κάποια κρίση αξιών. Ποια κρίση αξιών; Ακούγεται σαν τεστ Ρόρσαχ (Rorschach test), όπου ο καθένας προβάλλει τη δική του ερμηνεία στην κηλίδα μελάνης που του παρουσιάζεται. Σε ποιο σύστημα αξιών αναφερόμαστε; Μήπως έχουμε όλοι εδώ ακριβώς το ίδιο σύστημα αξιών; Μήπως δεν έχουμε μεταξύ μας διαφορετικές αξίες; Πάρτε για παράδειγμα τις αξίες των τριών φορέων που συνδιοργανώνουν αυτή την ημερίδα: οι κοσμικές-κυβερνητικές αξίες του Υπουργείου Παιδείας, οι επιστημονικές αξίες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, και οι χριστιανικές αξίες της Εκκλησίας της Κύπρου. Πρόκειται για συλλογές αξιών που δεν έχουν αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία, δηλαδή δεν ταυτίζονται ακριβώς, ούτε εξαντλεί η μια συλλογή αξιών την άλλη. Υπάρχει, λοιπόν, διαφοροποίηση.

Παρόλες τις διαφορές, όμως, ορισμένες από τις οποίες είναι ίσως αγεφύρωτες, υφίσταται μια βασική συμφωνία μεταξύ όλων μας ως προς συγκεκριμένες ηθικές αρχές που στηρίζουν τους βασικούς κοινωνικούς δεσμούς και θεσμούς της κοινότητάς μας. Για παράδειγμα, όλοι συμφωνούμε ότι η δολοφονία, και ειδικά η δολοφονία άμαχων αθώων παιδιών, είναι το χείριστο αδίκημα. Συμφωνούμε, επίσης, ότι οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά όντα, και ότι ως κοινωνικά όντα έχουμε κοινωνικά καθήκοντα, καθήκοντα δηλαδή που αφορούν τη φροντίδα των άλλων ανθρώπων, πέρα από το ατομικό συμφέρον. Έχουμε λοιπόν ως κοινό παρονομαστή την έννοια της ηθικής ανάπτυξης, της μετάβασης δηλαδή από το μη-ηθικό στο ηθικό, από το ατομικό στο κοινωνικό. 

Η συμβολή της Στωικής φιλοσοφίας στη ψυχολογική και λογική εξήγηση της ηθικής ανάπτυξης του ατόμου, πώς δηλαδή ένας οργανισμός σταδιακά αναπτύσσει ηθική σκέψη και κοινωνική συμπεριφορά, υπήρξε καθοριστική. Η Στωική φιλοσοφία μας έδωσε την προσταγή του να ζούμε «σύμφωνα με τη φύση», σε αρμονία με τη φύση. Μας έδωσε επίσης τις τέσσερεις αρετές, όπως τις όρισε ο Σωκράτης: τη σοφία, την ανδρεία, την εγκράτεια, και τη δικαιοσύνη. Οι Στωικοί, όμως, δεν μας έδωσαν απλά μια στατική περιγραφή των αρετών, αλλά περιέγραψαν και ένα φυσικό μηχανισμό, μια διαδικασία, μέσα από την οποία γίνεται κανείς ηθικός και επιτυγχάνει να ζει σε αρμονία με τη φύση. Έδωσαν μια θεωρία, η οποία τοποθετεί το ηθικό κριτήριο μέσα στη φύση του οργανισμού. Πρόκειται για τη θεωρία της οικείωσης. Μια θεωρία που περιγράφει τόσο μια φυσική κατάσταση όσο και μια εξελικτική διαδικασία ηθικής ανάπτυξης. Στο τέλος της διαδικασίας ο άνθρωπος γίνεται σοφός, πετυχαίνοντας την ευδαιμονία και ζώντας σε αρμονία με την έλλογη φύση.

Οι Στωικοί συνδέουν αυτό το τελικό στάδιο με τον κοσμοπολιτισμό, όπου ο άνθρωπος, έχοντας εξοικειωθεί πλήρως με το ευρύτερο περιβάλλον, υπερβαίνει τα στενά όρια της οικογένείας του και της πατρίδας του, και αναγνωρίζει τον εαυτό του πλέον ως «πολίτη του κόσμου». Όπως το έθεσε και ο Σωκράτης: «σ’ όποιον ρωτάει από πού είσαι, ποτέ μη λες ότι είσαι Αθηναίος ή Κορίνθιος, αλλά πολίτης του κόσμου» (Επίκτητος, Διατριβές, Ι.9, σελ. 147).

Η ηθική τελειότητα, λοιπόν, σύμφωνα με τους Στωικούς, περιλαμβάνει την υπέρβαση των αυστηρών ορίων όχι μόνο του ατομικού εγώ, αλλά και της οικογένειας, του έθνους, της πατρίδας, έτσι ώστε να νιώθει κανείς οικεία με τους άλλους συνανθρώπους του, ανεξαρτήτως φυλής, εθνικότητας, χρώματος δέρματος, θρησκείας, ή άλλων γνωρισμάτων, αλλά και επίσης, μέσω του ορθού λόγου, να συμμερίζεται τις ανησυχίες και τα συμφέροντα των άλλων πολιτών του κόσμου. Αυτές ειδικά οι αξίες είναι που σήμερα τελούν υπό μεγάλη κρίση, όπου παρουσιάζεται μεγάλο χάσμα μεταξύ των αρχών που θεωρητικά πρεσβεύουμε και των πράξεών μας. Ένα κορυφαίο πρόσφατο σύμπτωμα κρίσης αξιών, είναι τα ρατσιστικά πογκρόμ που έγιναν στην Κύπρο στις αρχές του Φθινοπώρου, καθώς και τα πάμπολλα κρούσματα ρατσιστικής βίας στα σχολεία, καθώς και λεκτικής βίας τόσο στα σχολεία μας όσο και στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Όταν οι πράξεις μας δεν συνάδουν με τον ορθό λόγο που διέπει αυτά που θεωρητικά πρεσβεύουμε, τότε σημαίνει ότι δεν πράττουμε με βάση τον ορθό μας λόγο, δεν πράττουμε σε αρμονία με την ίδια μας την έλλογη φύση. Όταν χάνουμε τη σύνδεσή μας με την ίδια μας την έλλογη φύση, παράγονται κρίσεις αξιών. Ο ρατσισμός, συνεχίζοντας το παράδειγμά μου, βασίζεται σε άδικες προκαταλήψεις και υποκειμενικές κρίσεις κατά ξένων ανθρώπων. Αυτό προδίδει μια ατελή ηθική ανάπτυξη του ατόμου, όπου το άτομο αποτυγχάνει να ολοκληρώσει τη μετάβαση από το εγωκεντρικό, το παράλογο και το στενά υποκειμενικό στάδιο, στο έλλογο κοινωνικό στάδιο, όπου η υποκειμενική άποψη είναι σε αρμονία με την αντικειμενική πραγματικότητα.

Ας προχωρήσω στην ουσία της ομιλίας μου, η οποία χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος θα περιγράψω γενικά τη διαδικασία της οικείωσης· στο δεύτερο μέρος θα αναφέρω μια φιλοσοφική ένσταση κατά του μηχανισμού της οικείωσης, και θα προτείνω μια ερμηνεία που απαντά στην ένσταση· στο τρίτο μέρος θα δώσω κάποια συμπεράσματα και θα προτείνω κάποιες παιδαγωγικές εισηγήσεις.


Μέρος Πρώτο: Περιγραφή της διαδικασίας της οικείωσης

Η θεωρία της οικείωσης είναι μια ψυχολογική θεωρία που ανέπτυξαν οι Στωικοί, η οποία εξηγεί πώς η έλευση της λογικής μετασχηματίζει ριζικά την κοσμοθεωρία των ανθρώπων καθώς ωριμάζουν. Πέρα όμως από την κοσμοθεωρία, οι ακόλουθοι του Ζήνωνα έβλεπαν την οικείωση και ως την απαρχή της δικαιοσύνης, τη βάση της ηθικής συμπεριφοράς.

Οικείωση σημαίνει την αναγνώριση κάποιου πράγματος ως δικού μας, ως ανήκοντος στον εαυτό μας. Η οικείωση είναι μια λειτουργία, μια ικανότητα, η οποία είναι έμφυτη σε όλα τα ζώα, και η οποία επιτρέπει στον οργανισμό από την πρώτη κιόλας στιγμή της γέννησής του να αντιληφθεί τι είναι οικείο προς τον εαυτό του, τι είναι δηλαδή καλό και συμφέρον για τον ίδιο, διακρίνοντάς το από κάτι που είναι βλαβερό και ξένο. Είναι, με απλά λόγια, ένας έμφυτος μηχανισμός επιβίωσης.

Για να μπορέσει όμως ο οργανισμός να διαχωρίσει το οικείο από το ξένο, να διαχωρίσει το συμφέρον από το βλαβερό, το καλό από το κακό, προϋποτίθεται μια κάποια αντίληψη της ίδιας του της φύσης, της ίδιας του της σύστασης, των βιολογικών λειτουργιών, και των ορίων τους. Η οικείωση είναι, λοιπόν, μια σχέση όπου ο οργανισμός αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και τα όριά του, είναι με άλλα λόγια μια μορφή αυτοσυνείδησης. (Ο Χρύσιππος την είχε αποκαλέσει «συνείδηση», ενώ ο Ιεροκλής την είχε αποκαλέσει «συναίσθηση»).

Με άλλα λόγια, πρόκειται λοιπόν για κάποια μορφή συνείδησης, της οποίας το αντικείμενο είναι η ίδια η σύσταση του οργανισμού. Είναι η οικειότητα που νιώθουμε όταν αντιλαμβανόμαστε τις φυσικές λειτουργίες του σώματός μας, και η ανοικειότητα που νιώθουμε από λειτουργίες αφύσικες ή βλαβερές.

Θα μπορούσαμε εδώ να αναφέρουμε την ιδιοδεκτικότητα (proprioception) ίσως. Η ιδιοδεκτικότητα είναι μια αίσθηση (συχνά αναφέρεται ως «η έκτη αίσθηση»), η οποία μας επιτρέπει να αισθανόμαστε και να εντοπίζουμε τα μέρη του σώματός μας. Αν κλείσουμε τα μάτια μας και μετακινήσουμε το χέρι μας σε κενό χώρο χωρίς εξωτερικά απτικά ή άλλα ερεθίσματα, εξακολουθούμε να αισθανόμαστε πού είναι το χέρι μας, σε ποια στάση, κ.λπ. Είναι μια μορφή συνείδησης που μας βοηθά στις κινήσεις μας.

Η οικείωση είναι κάτι περισσότερο από ιδιοδεκτικότητα, διότι έχει μια ρυθμιστική διάσταση, κινητοποιώντας τον οργανισμό προς μια συγκεκριμένη δράση· είναι μια αυτοσυνείδηση που φέρει ταυτόχρονα μέσα της και μια ρυθμιστική ορμή: την ορμή για αυτοσυντήρηση, για αυτό-φροντίδα, για την τήρηση του εαυτού, κινητοποιώντας μας να «επιλέξουμε» τα πράγματα που είναι κατάλληλα για τη φυσική μας σύσταση, και αποφεύγοντας αυτά που είναι ασύμφωνα με τη φύση μας. Το αποτέλεσμα λοιπόν αυτής της συναίσθησης είναι ηθοπλαστικό, και κινητοποιεί μια αναπτυξιακή διαδικασία όπου ο οργανισμός διαπλάθεται ανάλογα με τις εκάστοτε δυνατότητές του (π.χ. ο άνθρωπος έχει άλλες δυνατότητες από ένα σκίουρο: ο άνθρωπος κάνει την μετάβαση από βρέφος σε έλλογο ενήλικα, και άρα ακολουθεί διαφορετική ανάπτυξη από άλλα ζώα. Το κάθε αναπτυξιακό στάδιο φέρει διαφορετικές φυσικές ανάγκες και φυσικές δυνατότητες, και διαφορετικά ηθικά κριτήρια. Στην περίπτωση ενός ανθρώπινου βρέφους, η οικείωση εξηγεί γιατί το βρέφος αναζητά το γάλα της μητέρας του. Καθώς όμως το παιδί ωριμάζει, η σύστασή του εξελίσσεται και αλλάζουν και οι ανάγκες και οι ορμές του. Εάν και όταν αναπτύξει πλήρως την λογική, τότε τα ηθικά κριτήρια αποκτούν πλέον λογική θεμελίωση).

Ο Ιεροκλής περιέγραψε την οικείωση ως μια διαδικασία σταδιακής μετάβασης από μικρότερους κύκλους σε μεγαλύτερους κύκλους που περικλείουν τους προηγούμενους, ξεκινώντας από το ατομικό εγώ, και σταδιακά αγκαλιάζοντας όλο τον κόσμο:

 

«Καθένας μας περιβάλλεται από πολλούς κύκλους. [...] Ο πρώτος και πιο κοντινός είναι αυτός που καθένας χαράσσει με κέντρο τη διάνοιά του. [...] Ο δεύτερος μετά από αυτόν, που βρίσκεται σε μεγαλύτερη απόσταση από το κέντρο, αλλά περιλαμβάνει τον πρώτο κύκλο, είναι αυτός όπου τοποθετούνται οι γονείς, τα αδέρφια, η σύζυγος, τα παιδιά. [...] Έπειτα είναι αυτός που περιλαμβάνει τους απλούς ανθρώπους, έπειτα αυτός που περιλαμβάνει τους ανθρώπους της ίδιας φυλής, έπειτα αυτός που περιλαμβάνει τους ανθρώπους της ίδιας πόλης. [...] Όμως ο εξώτατος και μέγιστος κύκλος είναι αυτός που περιλαμβάνει όλους τους υπόλοιπους και όλο το γένος των ανθρώπων. Ευθύνη εκείνου που προσπαθεί να συμπεριφέρεται σωστά σε καθεμιά από αυτές τις σχέσεις είναι να συσφίξει, κατά κάποια άποψη, τους κύκλους προς το κέντρο και πάντα να προσπαθεί με ζέση να μεταφέρεται από τους περιέχοντες κύκλους στα διάφορα επιμέρους συγκεκριμένα στοιχεία που περιέχονται.» (Ethical Fragments of Hierocles, Preserved by Stobaeus, μτφρ. Στα αγγλικά από Thomas Taylor (1822). Βλ. το απόσπασμα «How we ought to conduct ourselves toward our kindred» (Πώς οφείλουμε να συμπεριφερόμαστε απέναντι στους συγγενείς μας).

Όπως αναφέρθηκε πιο πριν, η οικείωση περιγράφει την αναπτυξιακή, φυσική, πορεία που ακολουθεί ένας ανθρώπινος οργανισμός από τη γέννηση μέχρι την ενηλικίωση. Πρόκειται για μια διαδικασία ηθικής ωρίμανσης, η οποία απορρέει από την βιολογική ανάπτυξη του ανθρώπινου οργανισμού, όπου από ανώριμο παιδί καταλήγει να αποκτά την ικανότητα του ορθού λόγου όταν ενηλικιώνεται. Ο θεολόγος -μελετητής της Στωικής φιλοσοφίας- Troels Engberg-Pedersen, περιγράφει τη διαδικασία ως τη μετάβαση από την «παιδική οπτική» στην «έλλογη ενήλικη οπτική», μια σταδιακή διαδικασία υπέρβασης της υποκειμενικής και αφελούς οπτικής προς την αντικειμενική οπτική. Συγκεκριμένα, η παιδική οπτική διαφέρει από την έλλογη ενήλικη οπτική ως εξής.

Η παιδική οπτική:  

•       Ασχολείται ευθέως με το δοσμένο αντικείμενο ή άλλο υποκείμενο (κρίνοντάς το ως είτε καλό είτε κακό).

•       Ασχολείται άμεσα με το δοσμένο αντικείμενο ή άλλο υποκείμενο, ήτοι αποκλειστικά από τη δική του υποκειμενική σκοπιά. (Engberg-Pedersen, 1990, σσ. 196-197).

Η έλλογη ενήλικη οπτική:

•       Ασχολείται με το αντικείμενο ή άλλο υποκείμενο μέσω μιας διευρυμένης αντίληψης που δεν εξαντλείται από την αμεσότητα. Είναι μια αντίληψη πιο «επεξεργασμένη», που δίνει προσοχή σε μεγαλύτερο αριθμό εμπειριών.

•       Βλέπει το αντικείμενο ή άλλο υποκείμενο τόσο από τη δική του υποκειμενική οπτική όσο και από μια αντικειμενική, που σχετικοποιεί και υπερβαίνει την πρώτη. (ό.π).

 

Μέρος Δεύτερο: Ο αναπτυξιακός μηχανισμός της οικείωσης

Η οικείωση δεν είναι απλά μια περιγραφή μιας ψυχολογικής διαδικασίας ηθικής ανάπτυξης, αλλά –και εδώ έγκειται ένα σοβαρό φιλοσοφικό διακύβευμα—είναι μια θεωρία για τον μηχανισμό που κινητοποιεί την ηθική πράξη και την ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, δεν περιγράφει απλά μια παρατηρούμενη διαδικασία, αλλά θεμελιώνει την ηθική κινητοποίηση μέσα στην ίδια τη φύση, σε έμφυτες δυνατότητες του οργανισμού. 

Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε μια σημαντική ένσταση. Η οικείωση χαρακτηρίζεται ως πρώτη ορμή, η οποία είναι ήδη παρούσα και σε λειτουργία σε όλα τα [υγιή] ζώα από τη στιγμή της γέννησής τους. Γράφει ο Διογένης Λαέρτιος:

Τήν δέ πρώ­την ὁρ­μήν φά­σι τό ζῷον ἴσ­χειν ἔ­τι τό τη­ρεῖν ἑ­αυ­τό, οἰ­κει­ού­σης αὐτό τῆς φύσε­ως ἀ­π’ ἀρ­χῆς, κα­θᾶ φησιν ὁ Χρύ­σιπ­πος ἐν τῷ πρώ­τῳ Πε­ρί τε­λῶν, πρῶ­τον οἰ­κε­ῖον λέ­γων εἶ­ναι παν­τί ζῴῳ τήν αὐ­τοῦ σύ­στα­σιν καί τήν ταύ­της συ­νεί­δη­σιν· οὔ­τε γάρ ἀλ­λο­τριῶ­σαι εἰ­κός ἦν αὐτό (αὐ­τῷ) τό ζῷον, οὔ­τε ποι­ή­σα­σαν αὐτό, μή­τ’ ἀλ­λο­τριῶ­σαι μή­τ’ [οὐκ] οἰ­κει­ῶ­σαι. ἀ­πο­λεί­πε­ται τοίνυν λέ­γειν συστησαμένην αὐτό οἰκει­ῶ­σαι πρός ἑαυτό· οὔ­τω γάρ τά τέ βλά­πτον­τα δι­ω­θεῖ­ται καί τά οἰ­κεί­α προ­σί­ε­ται.

 

Σύμφωνα με το κείμενο του Διογένη Λαέρτιου, το αντικείμενο της πρώτης ορμής είναι η τήρηση του εαυτού: η αυτοσυντήρηση, η επιβίωση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: πώς γίνεται από την εγωιστική ορμή της αυτοσυντήρησης, που επί της ουσίας είναι μια ορμή που φροντίζει τον εαυτό, η μετάβαση στην κοινωνικότητα, σε μια ορμή που φροντίζει τον άλλον; Πώς μπορεί αυτή η ορμή, η οποία είναι εσωστρεφής και εγωκεντρική, να κινητοποιήσει και να επιφέρει την αναγκαία υπέρβαση που χαρακτηρίζει την ηθική και κοινωνική ζωή. Πώς μπορεί αυτή η ορμή να αποτελέσει ή να μετατραπεί σε φιλοκοινωνικό ένστικτο; 

Υπάρχει μια ερμηνεία η οποία καταφέρνει να απαντήσει σε αυτή την ένσταση. Σύμφωνα με τον φιλόσοφο Jacob Klein, η πρώτη ορμή δεν αποσκοπεί στην απλή αυτοσυντήρηση, δεν αποσκοπεί απλά στην επιβίωση, αλλά στην τήρηση της σύστασης του οργανισμού, δηλαδή του τρόπου που οργανώνεται ο οργανισμός, σύμφωνα με το αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται.

Με άλλα λόγια, το αντικείμενο της πρώτης ορμής, ο σκοπός της είναι η τήρηση της ακεραιότητας της λειτουργίας που καθορίζει συνολικά τα κίνητρα του οργανισμού, αντιστοίχως στο κάθε εξελικτικό στάδιο. Αυτό σημαίνει ότι η ίδια ορμή συνέχει όλα τα στάδια ανάπτυξης, αντικαθιστώντας κάθε φορά αυτό που προστατεύει: έτσι, η πρώτη ορμή που στο έμβρυο το παρακινεί να βυζάξει (αφού αυτό είναι το σωστό να κάνει σύμφωνα με το στάδιό του), όταν ο ίδιος άνθρωπος ενηλικιωθεί και αναπτύξει τον ορθό λόγο, η πρώτη ορμή τον παρακινεί να πράττει σύμφωνα με τον ορθό λόγο (που ηγεμονεύει τις πράξεις) και σε συμφωνία με κοινωνικές αξίες και όχι απλά με στενές εγωκεντρικές ανάγκες.

 

Μέρος Τρίτο: συμπεράσματα και εισηγήσεις

Σε αυτή την ομιλία, έχω μέχρι τώρα αποπειραθεί να κάνω τρία πράγματα: (1) Να πλαισιώσω τη Στωική θεωρία της οικείωσης μέσα στην ευρύτερη προβληματική της ημερίδας, που είναι η κρίση αξιών. Σε αυτό το πλαίσιο, έχω αναφερθεί στα κρούσματα ρατσισμού στην Κύπρο ως κορυφαία συμπτώματα κρίσης αξιών. Η στόχευση της οικείωσης στον κοσμοπολιτισμό εξηγεί και τη συνάφεια αλλά και τον σημαντικό ρόλο που μπορεί να επιτελέσει η Στωική θεωρία της οικείωσης. (2) Να δώσω μια περιληπτική περιγραφή του τι είναι η οικείωση και πώς σχετίζεται με τη θεμελίωση της ηθικής συμπεριφοράς. (3) Να αναδείξω μια σημαντική ένσταση που αφορά τον μηχανισμό της οικείωσης, και μια ερμηνεα που την επιλύει.

Κλείνω με τρία σημεία. Το πρώτο αφορά τη σύνδεση της οικείωσης με την κρίση αξιών, το δεύτερο αφορά την αξία της θεωρίας τη οικείωσης για τη διεθνή φιλοσοφική κοινότητα σήμερα, και το τρίτο αφορά κάποιες εισηγήσεις προς το Υπουργείο Παιδείας και τον εκπαιδευτικό κόσμο ευρύτερα.

Σε ό,τι αφορά τη σύνδεση της κρίσης ηθικών αξιών με την οικείωση: η «κρίση ηθικών αξιών» αναφέρεται σε μια παραδεκτή παρακμή ή διάβρωση των κοινών ηθικών αξιών ή των κριτηρίων που μας βοηθάνε να καθορίσουμε αυτές τις αξίες, που καθοδηγούν την ανθρώπινη συμπεριφορά ως προς το καλό και το κακό, το συμφέρον και το βλαβερό. Μια κρίση αξιών μπορεί να έχει τις ρίζες της σε διάφορους παράγοντες, οι οποίοι επιφέρουν ηθική σύγχυση. Η συζήτηση γύρω από την πηγή της ηθικής, όπως η Στωική θεωρία της οικείωσης, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα βήμα αντιμετώπισης της κρίσης.

Σε ό,τι αφορά τη σημερινή φιλοσοφική αξία της Στωικής θεωρίας της οικείωσης, αξίζει να αναφερθεί ότι η εν λόγω θεωρία έχει επανέλθει στο προσκήνιο του ερευνητικού ενδιαφέροντος τα τελευταία χρόνια, ειδικά στον κλάδο της Φαινομενολογίας (στον οποίον εξειδικεύομαι). Η Στωική θέση ότι οι αρχικές ορμές όλων των ζώων θεμελιώνονται και ρυθμίζονται από μια συναίσθηση, από μια πρωταρχική σχέση του οργανισμού με τον εαυτό του, έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον των φαινομενολόγων, αφού συνάδει με ορισμένες άλλες φαινομενολογικές ανακαλύψεις.  

Σε ό,τι αφορά το εκπαιδευτικό σύστημα της Κύπρου: φρονώ ότι θα ήταν εξαιρετικά ευεργετικό για τους μαθητές και τις μαθήτριες γυμνασίου ή και λυκείου, να διδαχτούν τη θεωρία της οικείωσης, όχι με δογματικό τρόπο, αλλά με την παρουσίαση διαφορετικών ερμηνειών και την ανάλυση των επιχειρημάτων. Θα μπορούσε να διδαχτεί στα πλαίσια ενός μαθήματος που αφορά την ηθική ανάπτυξη. Έτσι, η διδασκαλία της θεωρίας θα μπορούσε να αναπτύξει όχι μόνο την κριτική τους σκέψη, αλλά και την ηθική συμπεριφορά των ίδιων των μαθητών και μαθητριών. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να διδαχτεί μαζί με άλλες, σύγχρονες, ψυχολογικές θεωρίες ηθικής ανάπτυξης, όπως αυτή του Jean Piaget και  του Lawrence Kohlberg.

Σας ευχαριστώ. 

 

Christos Hadjioannou